τράι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τράι < (άμεσο δάνειο) αγγλική try

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈtɾa.i/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τράι ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]