τρελούτσικα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τρελούτσικα < τρελούτσικος + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]τρελούτσικα
- με τρελούτσικο τρόπο
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη τρελός
Πηγές
[επεξεργασία]- τρελός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- τρελούτσικα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τρελούτσικα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]τρελούτσικα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του τρελούτσικος