τσίσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈt͡si.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τσί‐σα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τσίσα ουδέτερο στον πληθυντικό
- άλλη μορφή του τσίσια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τσίσα
→ δείτε τη λέξη τσίσια |
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ τσίσια, τσίσα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας