τσακουμάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τσακουμάκι τα τσακουμάκια
      γενική
    αιτιατική το τσακουμάκι τα τσακουμάκια
     κλητική τσακουμάκι τσακουμάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τσακουμάκι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τσακουμάκι ουδέτερο

Βλάχικη ετοιμολογία