υποέργο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- υποέργο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]υποέργο ουδέτερο
- τμήμα έργου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υποέργο
|