υποαλπική λίμνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- υποαλπική λίμνη < → δείτε τις λέξεις υποαλπικός και λίμνη
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]υποαλπική λίμνη θηλυκό
- (γεωλογία, γεωγραφία) λίμνη που σχηματίσθηκε σε κοίλωμα που δημιουργήθηκε από παγετώνες μετά το λιώσιμό τους
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υποαλπική λίμνη
|