υπορουτίνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | υπορουτίνα | οι | υπορουτίνες |
γενική | της | υπορουτίνας | — | |
αιτιατική | την | υπορουτίνα | τις | υπορουτίνες |
κλητική | υπορουτίνα | υπορουτίνες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία el
[επεξεργασία]- υπορουτίνα < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική subroutine < υπο- + ρουτίνα
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /i.po.ɾuˈti.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐πο‐ρου‐τί‐να
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]υπορουτίνα θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] υπορουτίνα
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα υπο- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Επιστήμη υπολογιστών (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)