φαιοχρωμοκύττωμα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φαιοχρωμοκύττωμα τα φαιοχρωμοκυττώματα
      γενική του φαιοχρωμοκυττώματος των φαιοχρωμοκυττωμάτων
    αιτιατική το φαιοχρωμοκύττωμα τα φαιοχρωμοκυττώματα
     κλητική φαιοχρωμοκύττωμα φαιοχρωμοκυττώματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φαιοχρωμοκύττωμα < λόγιο ενδογενές δάνειο: γερμανική Phäochromozytom < αρχαία ελληνική φαιός + χρῶμα + κύτος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φαιοχρωμοκύττωμα ουδέτερο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]