φθειροκτόνο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φθειροκτόνο τα φθειροκτόνα
      γενική του φθειροκτόνου των φθειροκτόνων
    αιτιατική το φθειροκτόνο τα φθειροκτόνα
     κλητική φθειροκτόνο φθειροκτόνα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

φθειροκτόνο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου φθειροκτόνος. Εννοείται το ουσιαστικό φάρμακο

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fθi.ɾoˈkto.no/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φθειροκτόνο ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

φθειροκτόνο