φλαμπουριάρης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Φλαμπουριάρης
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φλαμπουριάρης οι φλαμπουριάρηδες
      γενική του φλαμπουριάρη των φλαμπουριάρηδων
    αιτιατική τον φλαμπουριάρη τους φλαμπουριάρηδες
     κλητική φλαμπουριάρη φλαμπουριάρηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φλαμπουριάρης < φλάμπουρ(ο) + -ιάρης

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fla.buɾˈʝa.ɾis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φλα‐μπου‐ριά‐ρης

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φλαμπουριάρης αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]