φλιπάρω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
φλιπάρω < από το αγγλικό ρήμα flip + επίθημα -άρω

φλιπάρω

Δεν μπορώ άλλο εδώ μέσα, θα φλιπάρω.

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]