φλογοσωλήνας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

φλογοσωλήνας < φλόγα + σωλήνας

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

φλογοσωλήνας αρσενικό ή φλογαγωγός

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]