χαλικοδόμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χαλικοδόμος < chalicodomus (και πλ. chalicodoma) < αρχαία ελληνική χάλιξ και δόμος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χαλικοδόμος θηλυκό
- η χαλικοδόμος είναι είδος μέλισσας, με μαύρο χρώμα, με πιο γνωστή του είδους των χαλικοδόμων, την χαλικοδόμο των τοίχων (chalicodomus muraria), που δομεί τη φωλιά της συχνά από λάσπη
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χαλικοδόμος