χιλιαναθεματισμένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χιλιαναθεματισμένος < χιλι- (χίλιες φορές) + αναθεματισμένος, μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος αναθεματίζω
Προφορά[επεξεργασία]
Μετοχή[επεξεργασία]
χιλιαναθεματισμένος, -η, -ο
- (υβριστικό) αναθεματισμένος, σε υπερβολικό βαθμό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- χιλιανάθεμά σε!
- → και δείτε τη λέξη ανάθεμα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χιλιαναθεματισμένος
|
Κατηγορίες:
- Μετοχές που κλίνονται όπως το 'αγαπημένος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα χιλι- (νέα ελληνικά)
- Μετοχές παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Μετοχές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Υβριστικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)