χόρταση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χόρταση < χορταίνω χορτα- + -ση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χόρταση θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]