ψηφιοαναλογικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ψηφιοαναλογικός < ψηφιο- (από ψηφιακός) + αναλογικός
Επίθετο
[επεξεργασία]ψηφιοαναλογικός, -ή, -ό
- που σχετίζεται με την αναλογική και την ψηφιακή τεχνολογία
- ※ Υψηλής ποιότητας ψηφιοαναλογικός μετατροπέας (DAC) 12bit/108MHz (από τεχνικά χαρακτηριστικά προϊόντος, ανακτήθηκε 19/2/2023)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ψηφιοαναλογικός
|