Битола

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Битола < παλαιά εκκλησιαστική σλαβονική обитѣль (obitělĭ, μοναστήρι)[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈbitɔɫa/
 

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Битола (mk) (Bitola) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.