лос
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Σερβοκροατικά (sh)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- лос < πρωτοσλαβική *ôlslь
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]лос (sh) αρσενικό (ло̏с)
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- los (lȍs)