сила

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

сила < πρωτοσλαβική sila

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

сила (ru) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]