מאַמזער
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γίντις (yi)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]מאַמזער (yi) (mamzer) αρσενικό (πληθυντικός: מאַמזײרים (mamzeyrim))
מאַמזער (yi) (mamzer) αρσενικό (πληθυντικός: מאַמזײרים (mamzeyrim))