دنيا

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /dun.jaː/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

دنيا (دُنْيَا‎) (ar) (dunyā)

  1. ο κόσμος → δείτε και τη λέξη ντουνιάς
  2. η ζωή των θνητών, η ζωή σ' αυτόν τον κόσμο

Απόγονοι

[επεξεργασία]

دنيا (dunyā) (αραβικά)

οθωμανικά τουρκικά: دنیا (dünyā)
τουρκικά: dünya
νέα ελληνικά: ντουνιάς

→ δείτε  περισσότερους απογόνους στο αγγλικό Βικιλεξικό