كوفته

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
كوفته < (άμεσο δάνειο) περσική کوفته (kufte)
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: τουρκικά: köfte νέα ελληνικά: κεφτές → και δείτε την  περσική کوفته

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

كوفته (köfte)

Σημειώσεις

[επεξεργασία]

Διαφορά γραφής του αρχικού κάπα στην οθωμανική και στην περσική γραφή:

  • οθωμανική: كوفته, γραφή με αρχικό ασύνδετο κάππα ك
  • περσική: δείτε τη σελίδα کوفته, γραφή με αρχικό ασύνδετο κάππα ک