ἀκέομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ἀκέομαι < ἄκος
Ρήμα
[επεξεργασία]ἀκέομαι-ἀκοῦμαι
Συγγενικά
[επεξεργασία]Συνώνυμα
[επεξεργασία]φράσεις
[επεξεργασία]- «ανήκεστος βλάβη»