ἀμύμων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]ἀμύμων -ων -ον
- αψεγάδιαστος (τυπικό επίθετο στον Όμηρο που συνοδεύει ονόματα ανθρώπων από βασιλική γενιά)