ἀψευδέω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἀψευδέω < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  . Μορφολογικά αναλύεται σε ἀ- στερητικό + ψευδ- + -έω

ἀψευδέω - ἀψευδῶ (συνηρημένο)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις ψεῦδος και ψεύδομαι