Ἀρκτοῦρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Αρκτούρος

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ἀρκτοῦρος < ἄρκτος + -οῦρος (οὖρος), φύλακας της άρκτου

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Ἀρκτοῦρος αρσενικό

  1. (αστέρας) o Αρκτούρος, αστέρας α του αστερισμού του Βοώτη
  2. ανδρικό όνομα

Αναφορές

[επεξεργασία]