Ἄβος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ἄβος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]
Ἄβος αρσενικό ενικός
  • αρχαία ονομασία βουνού στη μεγάλη Αρμενία που αναφέρουν ο Πτολεμαίος και ο Στράβων