ἐξκουβίτωρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἐξκουβίτωρ < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἐξκουβίτωρ

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ἐξκουβίτωρ αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]



Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο.
Παρατηρήσεις:  Ας ελεγθχεί αν μονόθεμα -ωρ-ωρος (Δημητράκος), ή διπλόθεμα -ωρ-ορος ή και τα δύο ‑‑Sarri.greek  | 14:58, 3 Μαρτίου 2022 (UTC)


ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἐξκουβίτωρ οἱ ἐξκουβίτωρες
      γενική τοῦ ἐξκουβίτωρος τῶν ἐξκουβιτώρων
      δοτική τῷ ἐξκουβίτωρ τοῖς ἐξκουβίτωρσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν ἐξκουβίτωρ τοὺς ἐξκουβίτωρᾰς
     κλητική ! ἐξκουβίτωρ ἐξκουβίτωρες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἐξκουβίτωρε
γεν-δοτ τοῖν  ἐξκουβιτώροιν
3η κλίση, Κατηγορία 'πραίτωρ' όπως «πραίτωρ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἐξκουβίτωρ < (μεταφραστικό δάνειο) λατινική excubitor < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ἐξκουβίτωρ αρσενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]