Ὡρολογοποιός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ὡρολογοποιός αρσενικό
- (καθαρεύουσα) λόγια μορφή («ορθογραφικός καθαρισμός») του «λαϊκού» επωνύμου Ρολογάς
Πηγές
[επεξεργασία]- Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑010‑3. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 45.