-κλινος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -κλινος < κλίνη
Επίθημα
[επεξεργασία]-κλινος, -η, -ο
- παραγωγικό επίθημα που δημιουργεί επίθετα, ως δεύτερο συνθετικό, τα οποία προσδιορίζουν χώρο ο οποίος περιέχει τόσα κρεβάτια όσα δηλώνει το πρώτο συνθετικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] -κλινος
|