-ουλίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
-ουλίζω < αρχαία ελληνική -ύλλω + -ίζω[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /uˈli.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -ου‐λί‐ζω

Επίθημα

[επεξεργασία]

-ουλίζω

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  • -ουλίζωΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)