Airbag

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: airbag

Προφορά

[επεξεργασία]
 
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Airbag (de) αρσενικό (πληθυντικός: die Airbags)