Alentejo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Alentejo < além (πέρα) + Tejo (Τάγος). Κυριολεκτικά «πέρα από τον (ποταμό) Τάγο».[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɐ.lẽˈtɛ.ʒu/
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: A‐len‐te‐jo

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Alentejo (pt) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.