Austrian

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
Austrian Austrians

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Austrian < Austria + -an

Επίθετο[επεξεργασία]

Austrian (en)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Austrian (en)

  1. (εθνικό όνομα) Αυστριακός