Bäcker

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική der Bäcker die Bäcker
γενική des Bäckers der Bäcker
δοτική dem Bäcker den Bäckern
αιτιατική den Bäcker die Bäcker

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Bäcker (de) αρσενικό (θηλυκό Bäckerin)


Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Bäcker αρσενικό ή θηλυκό

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Bäcker < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Bäcker αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [3]