Hongrois
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Hongrois (fr) αρσενικό (θηλυκό Hongroise)
- (εθνικό όνομα) ο Ούγγρος, (οικείο) o Ουγγαρέζος
Δείτε επίσης : hongrois |
Hongrois (fr) αρσενικό (θηλυκό Hongroise)