Kavaf

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Kavaf < τουρκική Kavaf

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Kavaf

  • Kavaf -  Επώνυμα όλων των γλωσσών surnames@forebears (από το 2012). 3 άτομα στις ΗΠΑ, με στοιχεία του 2014.



Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Kavaf αρσενικό ή θηλυκό

  • Kavaf -  Επώνυμα όλων των γλωσσών surnames@forebears (από το 2012). 2 άτομα στη Γαλλία, με στοιχεία του 2014.
  • Kavaf - Γενεαλογικές πληροφορίες στη Γαλλία, filae.com.



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Kavaf < οθωμανική τουρκική قواف (kavaf, παπούτσι)· αυτός που κατασκευάζει ή πουλάει παπούτσια, ιδίως φτηνά.

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Kavaf αρσενικό ή θηλυκό

Παράγωγα

[επεξεργασία]