Niblung

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική der Niblung die Niblungen
γενική des Niblungen der Niblungen
δοτική dem Niblungen den Niblungen
αιτιατική den Niblungen die Niblungen

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈniːblʊŋ/

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Niblung (de) αρσενικό