Rourk

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
Rourk Rourks

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Rourk < προέλευσης από την ιρλανδική γαελική < παλαιά νορβηγική

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Rourk (en) αρσενικό ή θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]