Sänger

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική der Sänger die Sänger
γενική des Sängers der Sänger
δοτική dem Sänger den Sängern
αιτιατική den Sänger die Sänger

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Sänger (de) αρσενικό (θηλυκό Sängerin)

Συγγενικά

[επεξεργασία]


Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Sänger αρσενικό ή θηλυκό

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]