Streit

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Διαγλωσσικοί όροι[επεξεργασία]

Μεταγραφή[επεξεργασία]

Streit

Πινακίδα της Οδού (Στέφανου) Στρέιτ (Streit) στην Αθήνα, στην Πλατεία Κοτζιά.

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʃtʁaɪ̯t/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Streit (de) αρσενικό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Υπερώνυμα[επεξεργασία]

Υπώνυμα[επεξεργασία]

Παράγωγα[επεξεργασία]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Streit αρσενικό ή θηλυκό

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2].



Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Streit < γερμανική Streit

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Streit αρσενικό ή θηλυκό

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3].



Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Streit < γερμανική Streit

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Streit αρσενικό ή θηλυκό

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [4].