Streit
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Διαγλωσσικοί όροι[επεξεργασία]
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Streit
- το γερμανικής προέλευσης, κοινού γένους ελληνικό επώνυμο Στρέιτ, όπως αποδίδεται με λατινικούς χαρακτήρες
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Streit (de) αρσενικό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Υπερώνυμα[επεξεργασία]
Υπώνυμα[επεξεργασία]
Παράγωγα[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Streit αρσενικό ή θηλυκό
- Στράιτ, επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) [1] (και Στρέιτ, ως ελληνικό επώνυμο από την περίοδο της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα)
Αναφορές[επεξεργασία]
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Streit αρσενικό ή θηλυκό
Αναφορές[επεξεργασία]
Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Streit αρσενικό ή θηλυκό
Αναφορές[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Μεταγραφές (διαγλωσσικοί όροι)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (γερμανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
- Γερμανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γερμανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
- Κύρια ονόματα (γερμανικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων - επώνυμα από τα γερμανικά (ιταλικά)
- Κύρια ονόματα (ιταλικά)
- Επώνυμα κοινού γένους ξενικά (ιταλικά)
- Προέλευση λέξεων - επώνυμα από τα γερμανικά (σουηδικά)
- Κύρια ονόματα (σουηδικά)
- Επώνυμα κοινού γένους ξενικά (σουηδικά)