Volkslauf

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Volkslauf < Volk + Lauf

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Volkslauf (de) αρσενικό