Weinen

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: weinen

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική das Weinen
γενική des Weinens
δοτική dem Weinen
αιτιατική das Weinen

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Weinen < ουσιαστικοποίηση του ρήματος weinen

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Weinen (de) ουδέτερο

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

Weinen