Wetter
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Wetter (de) ουδέτερο
- ο καιρός, η μετεωρολογία
- das Wetter ist herrlich - ο καιρός είναι θαυμάσιος
Συγγενικά
[επεξεργασία]- Wetteramt
- Wetteraussichten
- Wetterbericht
- Wetterdienst
- wetterfest
- wetterfühlig
- Wetterkarte
- Wetterleuchten
- wettern
- Wettersatellit
- Wettersturz
- Wetterumschlag
- Wettervorhersage
- Wetterwarte
- wetterwendisch
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Wetter αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Wetter < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Wetter αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]
Σουηδικά (sv)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Wetter < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Wetter αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
[επεξεργασία]- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [4]