Zeit

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική die Zeit die Zeiten
γενική der Zeit der Zeiten
δοτική der Zeit den Zeiten
αιτιατική die Zeit die Zeiten

Προφορά

[επεξεργασία]
 
 
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Zeit (de) θηλυκό

Εκφράσεις

[επεξεργασία]