aérostatique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.e.ʁɔ.sta.tik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
aérostatique aérostatiques

aérostatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό