aborti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
aborti < abort- + -i
ρήμα aborti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας abortas abortanta abortata
αόριστος abortis abortinta abortita
μέλλοντας abortos abortonta abortota
υποθετική abortus - -
προστακτική abortu - -

aborti (eo)


Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

aborti (io)