actif

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

actif < λατινική activus

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ak.tif/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
actif actifs

actif (fr) ουδέτερο

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό actif actifs
θηλυκό active actives

actif (fr)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]