adaylık

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
adaylık < aday + -lık

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

adaylık (tr) (πληθυντικός: adaylıklar)