agile

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

agile < λατινική agilis

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.ʒil/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
agile agiles

agile (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]